Home » , , , » Γιά τό πνεῦμα τῆς Ὑπερηφάνειας 4ο Μέρος

Γιά τό πνεῦμα τῆς Ὑπερηφάνειας 4ο Μέρος

Written By news on Πέμπτη 8 Ιανουαρίου 2015 | 10:09 μ.μ.

Κεφάλαιο 25· Τί εἶναι ἡ σαρκική ὑπερηφάνεια καί τί κακό αὐτή προξενεῖ στήν ψυχή τοῦ μοναχοῦ.

῾Η ὑπερηφάνεια, πού τήν ὀνομάσαμε σαρκική, καταλαμβάνει τό πνεῦμα ἑνός μοναχοῦ ὅταν τό ξεκίνημα τῆς ἀποταγῆς του εἶναι χλιαρό καί ἡ ζωή του χωρίς ἀκρίβεια. Αὐτό τό πάθος δέν ἐπιτρέπει νά ἐγκαταλείψει κανείς τήν ἄνεση καί τίς εὐκολίες πού εἶχε ὅταν ἦταν στόν κόσμο,καί νά λειτουργήσει τήν ἀληθινή ταπείνωση, τήν ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ. Αὐτή ἡ κατάσταση κάνει στήν ἀρχή τόν μοναχό σκληρό καί ἀνυπάκουο καί, πολύ σύντομα, δέν τοῦ ἐπιτρέπει νά συμπεριφέρεται μέ εὐγένεια καί εὐπρέπεια, οὔτε τόν ἀφήνει νά ἀφομοιωθεῖ στήν ᾿Αδελφότητα καί νά ζεῖ ὅπως καί οἱ ἄλλοι μοναχοί. ᾿Αρνεῖται, μ᾿ ἄλλα λόγια, αὐτός νά ἀπεκδυθεῖ ὅλα τά ἀγαθά του, σύμφωνα μέ τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ καί Σωτήρα μας πού λέει· «῎Αν θέλεις νά εἶσαι τέλειος, πήγαινε καί πούλησε τά ὑπάρχοντά σου» (Ματθ. 19, 21).

῾Η ἀποταγή δέν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρά ἀποδοχή καί ὁμολογία Σταυροῦ καί θανάτου. Εἶναι ἐπίσης διαβεβαίωση ὅτι δέν μπορεῖ κανείς νά θέσει ἄλλες βάσεις γιά τή ζωή του, ἐκτός ἀπό τό νά νεκρωθεῖ πνευματικά πρός τά πράγματα αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί τό νά πιστεύει ὅτι κάθε ἡμέρα ἐνδέχεται νά ἀφήσει τήν ἐφήμερη αὐτή ζωή καί τό φθαρτό σῶμα του.

῾Η σαρκική ὑπερηφάνεια παρακινεῖ ἀντίθετα τόν μοναχό νά ἐλπίζει σέ μακροχρόνια ζωή καί τόν ἐκφοβίζει μέ τόν λογισμό ὅτι ἐνδέχεται νά τόν βροῦν ἀργότερα πολλές καί ἐπίπονες ἀσθένειες ἀναπηρίες. Τόν γεμίζει ἔτσι μέ σύγχυση καί φανταστική ντροπή, ἐπειδή αὐτός θά βρεθεῖ δῆθεν στήν ἀνάγκη, ἄν ἔχει ἀπαρνηθεῖ ὅλα τά ἀγαθά του, νά συντηρεῖται ἀπό τίς προσφορές τῶν ἄλλων καί ὄχι ἀπό τούς δικούς του κόπους. Τόν πείθει ἐπίσης ὅτι εἶναι πολύ καλύτερα νά προμηθεύεται τροφή καί ἐνδύματα μέ τά δικά του χρήματα, παρά ἀπό τόν κόπο τῶν ἄλλων. Βασίζει μάλιστα αὐτή τή σκέψη του στό ἁγιογραφικό χωρίο πού λέει· «Προξενεῖ περισσότερη μακαριότητα στόν ἄνθρωπο τό νά δίνει, παρά τό νά παίρνει» (Πράξ. 20, 35). ᾿Αλλά αὐτό τό παρερμηνεύουν, ὅπως προείπαμε, καί δέν εἶναι σέ θέση νά τό κατανοήσουν ὅσοι ἔχουν πλέον τυφλωθεῖ πνευματικά.

Κεφάλαιο 26· ῞Οταν βάλει κανείς κακή ἀρχή, πάει ἀπό τό κακό στό χειρότερο.

Τέτοια ἔλλειψη ἐμπιστοσύνης στόν Θεό καταλαμβάνει αὐτούς τούς μοναχούς. ῾Η διαβολοκίνητη ἀπιστία τούς ἀποστερεῖ αὐτό τόν σπινθήρα τῆς πίστης, ὁ ὁποῖος ἔλαμπε σ᾿ αὐτούς στήν ἀρχή τῆς ἀποταγῆς τους. ᾿Αρχίζουν τότε νά φροντίζουν μέ μεγαλύτερη ἐπιμέλεια, ὥστε νά διατηρήσουν τά χρήματα πού ἐπρόκειτο νά διαμοιράσουν, καί ὄχι μόνο δέν ξοδεύουν πλέον τίποτα, ἀλλά συγκεντρώνουν μέ πολλή ἀπληστία καί ἄλλα περισσότερα. Προφασίζονται ὅτι δέν θά μποροῦν πλέον νά τά ξαναποκτήσουν, ἄν τά διαμοιράσουν ὅπως προγραμμάτιζαν. Κάνουν μάλιστα, πολλές φορές, κάτι πού εἶναι ἀκόμα σοβαρότερο, παίρνουν δηλαδή πίσω τά ἀγαθά πού στό παρελθόν εἶχαν ἀπαρνηθεῖ. Κάνουν ἐπιπλέον καί μιά ἄλλη πονηριά, ἕνα κακό πού εἶναι ἀκόμα χειρότερο ἀπό τό προηγούμενο. Συγκεντρώνουν πλούτη καί θησαυρούς πού δέν διέθεταν στό παρελθόν. Μ᾿ αὐτό ὅμως ἀποδεικνύουν ὅτι ἡ ἀποταγή τους δέν τούς ὠφέλησε σέ τίποτα περισσότερο, ἀπό τό νά ἀποκτήσουν μονάχα τό ὄνομα τοῦ μοναχοῦ.

Πάνω σέ τέτοια σαθρά θεμέλια, εἶναι ἀναπόφευκτο τό νά ἀνυψωθεῖ ἀργότερα ἕνα δυσβάστακτο βάρος ἁμαρτιῶν. Μετά ἀπό αὐτό δέν μπορεῖ ὁ μοναχός νά οἰκοδομήσει τίποτε ἄλλο, παρά μονάχα νά συσωρεύσει σαθρό ὑλικό, τό ὁποῖο θά τόν σπρώξει ὡς τήν ὁλοκληρωτική καταστροφή τῆς ψυχῆς του καί τελικά ὥς τό θάνατο.

Κεφάλαιο 27· Γιά τά κακά πού προέρχονται ἀπό τό πάθος τῆς ὑπερηφάνειας.

῎Εχοντας πλέον ὁ μοναχός, μετά ἀπό ἕνα τόσο μέτριο ξεκίνημα, τελείως σκληρυνθεῖ, ζώντας μέσα σέ τέτοια πάθη, δέν μένει παρά νά πέσει σέ χειρότερη κατάσταση καί νά τελειώσει τή ζωή του ἀτιμωτικά καί ἐπονείδιστα. Πιασμένος στήν παγίδα τῆς παλιᾶς του ἀπληστίας καί αἰχμαλωτισμένος ἀπό μιά φιλαργυρία –τήν ὁποία ὁ ᾿Απόστολος ὀνομάζει «εἰδωλολατρία» (Κολ. 3, 5) καί «ρίζα ὅλων τῶν κακῶν» (Α´ Τιμ. 6, 10)– τοῦ εἶναι στό ἑξῆς ἀδύνατον νά δεχθεῖ στήν καρδιά του τήν ἁπλή καί ἀληθινή ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ. Κι αὐτό, γιατί αὐτός συνεχῶς ὑπερηφανεύεται γιά τήν εὐγενική καταγωγή του, καυχιέται γιά τήν ἐκτίμηση πού ἔχαιρε ὅταν ἦταν στόν κόσμο –ἀπό τόν ὁποῖο ὅμως ποτέ δέν ἀπομακρύνθηκε πραγματικά, ἀλλά μόνο τυπικά, μέ τό σῶμα δηλαδή καί ὄχι μέ τό πνεῦμα– καί ἐπιδεικνύει μέ κάθε τρόπο τά πλούτη, τά ὁποῖα ἐξακολουθεῖ καί ὡς μοναχός νά διατηρεῖ, γιά νά καταστραφεῖ τελικά ἐξαιτίας τους. 

Αὐτός ὁ μοναχός δέν μπορεῖ πλέον νά ἀκολουθήσει τόν μοναχικό τρόπο ζωῆς καί νά ζήσει κάτω ἀπό τήν ὑπακοή. Καί μάλιστα, ὄχι μόνο ἀδυνατεῖ, ὅπως προείπαμε, νά ζήσει κάτω ἀπό ὑπακοή, ἀλλά οὔτε κάν θέλει νά ἀκούσει τή διδασκαλία τῶν Πατέρων, ἡ ὁποία καθοδηγεῖ ὅποιον τήν ἀκολουθεῖ πρός τή ζωή τῆς τελειότητας. Κάθε πνευματικός λόγος τοῦ προξενεῖ τέτοια ἀποστροφή, ὥστε ἄν παραβρεθεῖ σέ μιά σύναξη πού γίνεται μιά πνευματική ὁμιλία, αὐτός δέν μπορεῖ νά σταθεῖ ἥσυχος σέ μιά μεριά, ἀλλά νιώθει ἄβολα καί συνεχῶς στριφογυρίζει. ᾿Αντί νά ἀναστενάζει μ᾿ αὐτά πού ἀκούει καί νά μετανοεῖ, αὐτός ξεροβήχει, φυσάει τή μύτη του καί παίζει τά δάχτυλά του. Καί μέ λίγα λόγια, μοιάζει σάν νά κάθεται ἐπάνω σέ καρφιά ἤ σέ σκουλίκια. 

῞Ο,τι κι ἄν ποῦν νομίζει πώς τό λένε γι᾿ αὐτόν, καί μάλιστα ὅτι τό λένε γιατί θέλουν νά τόν ἐκθέσουν καί νά τόν ὑποβιβάσουν στά μάτια τῶν ἄλλων. ῞Οσο διαρκεῖ αὐτή ἡ πνευματική ὁμιλία, ἀντί νά προσέχει γιά νά ὠφεληθεῖ, αὐτός ἀπασχολεῖται μέ τίς ὑποψίες του. Βασανίζει τόν ἑαυτό του, προσπαθώντας νά φανταστεῖ ποιούς ἄραγε λόγους μπορεῖ νά εἶχαν, ὥστε νά φθάσουν στό σημεῖο νά ποῦν ὅσα εἶπαν καί στοιχειοθετεῖ μέ τό λογισμό του τί θά τούς ἀπαντήσει. ῎Ετσι, ὄχι μόνο δέν καταφέρνει νά κερδίσει τίποτε ἀπό ὅλα αὐτά πού συζητοῦνται σ᾿ αὐτή τήν πνευματική σύναξη, οὔτε νά διορθωθεῖ σέ κάτι, ἀλλά μᾶλλον ζημιώνεται καί χειροτερεύει τήν ἤδη νεκρωμένη πνευματικά κατάστασή του.

Γιατί, ἐφόσον αὐτός ἔχει ὑποκύψει στούς καχύποπτους λογισμούς του –ὅτι δηλαδή ὅλα ὅσα εἰπώθηκαν στή σύναξη ἀναφέρονταν στό πρόσωπό του– σκληραίνει ἀκόμα περισσότερο τήν καρδιά του καί ἐξοργίζεται ὁλοένα καί περισσότερο. Στό τέλος, ὑψώνει τή φωνή του, τά λόγια του γίνονται ἀπότομα, οἱ ἀπαντήσεις του πικρόχολες καί οἱ ἐκφράσεις του ἐπιπόλαιες. Γίνεται αὐθάδης καί προκλητικός στόν λόγο, δέν μπορεῖ νά σιωπήσει, ἐκτός ἄν τοῦ σφραγίσει τό στόμα ἡ μνησικακία ἐναντίον κάποιου ἀδελφοῦ. Τότε ἡ σιωπή του δέν εἶναι ἔνδειξη ταπείνωσης καί συντριβῆς, ἀλλά ὑπερηφάνειας καί ἀγανάκτησης, σέ σημεῖο μάλιστα πού εἶναι δύσκολο νά διακρίνει κανείς τί τόν χαρακτηρίζει, ἐπιπόλαια εὐθυμία ἤ παγερή αὐστηρότητα. Γιατί ἡ μέν ἐπιπόλαια εὐθυμία του, καί συχνά οἱ ἀπρεπεῖς ἐκφράσεις του, εἶναι χαρακτηριστικά γνωρίσματα ἔπαρσης. ῾Η δέ βαριά καί παγερή σιωπή του εἶναι ἐνδεικτικά τῆς ὕπαρξης μοχθηρῆς καί μνησίκακης διάθεσης στήν καρδιά του καί ὄχι καρπός ταπεινῆς ὑπομονῆς.

῎Οντας στήν ὑπερήφανη αὐτή στάση ὁ ἀδελφός δέν ἔχει κανένα φραγμό στή συμπεριφορά του. ῎Ετσι, μέ τίς ἀπότομες καί προσβλητικές ἐκφράσεις του πικραίνει συνεχῶς τούς ἄλλους. Παρόλα αὐτά τά ἔκτροπα ὅμως, ὄχι μόνο δέν ζητάει ὁ ἴδιος συγνώμη γιά τά λάθη του, ἀλλά καί ἀρνεῖται νά συγχωρήσει τούς ἄλλους πού τόν πρόσβαλαν. Τό ὅτι οἱ ἄλλοι τοῦ ζητοῦν συγνώμη, ὅταν αὐτοί σφάλουν ἀπέναντί του, οὔτε κάν τόν ὑποψιάζει, ὅτι δηλαδή ὀφείλει καί αὐτός στίς ἀντίστοιχες περιπτώσεις νά κάνει τό ἴδιο. ῎Ετσι δέν μαλακώνει τήν καρδιά του ἀπέναντί τους.

᾿Αντίθετα μάλιστα, αὐτός ἐξοργίζεται καί ἀγανακτεῖ, γιατί ὁ ἀδελφός τόν πρόλαβε καί, κατά κάποιο τρόπο, τόν ξεπέρασε στήν ἐκδήλωση τῆς μετάνοιας καί τῆς ταπείνωσης. Αὐτή ἡ ταπεινή αἴτηση συγνώμης, πού συνήθως βάζει τέλος στούς διαπληκτισμούς –οἱ ὁποῖοι βέβαια εἶναι διαβολοκίνητοι– τοῦ γίνεται ἀφορμή γιά νά ὑψωθεῖ μέσα του ἡ ἤδη ἀναμμένη πυρκαγιά.

Κεφάλαιο 28· ῾Η συμπεριφορά ἑνός ὑπερήφανου μοναχοῦ.

῎Ακουσα νά λένε –κάτι φοβερό πού ντρέπομαι καί νά τό φέρω στή μνήμη μου– ὅτι σ᾿ αὐτή τήν περιοχή κάποιος νέος μοναχός, ὅταν τόν ἐπιτίμησε ὁ Γέροντας, λέγοντάς του ὅτι εἶχε χάσει τό ταπεινό φρόνημα πού εἶχε κατά τήν ἀποταγή του, ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε μέ μεγάλη ἀναίδεια· «Νομίζεις ὅτι θά εἶμαι γιά πάντα ἀρχάριος; ῎Εκανα ὑπακοή τόσον καιρό πού ἤμουν ἀρχάριος, πάντα ἐκεῖ θά μείνω;». Μπροστά σέ μιά τόσο αὐθάδη καί ἀσεβή ἀπάντηση, ὁ Γέροντας ἔμεινε ἄφωνος ἀπό τήν κατάπληξή του, σάν νά εἶχε δεχθεῖ αὐτή τήν ἀπάντηση ἀπό τόν ἴδιο τόν ῾Εωσφόρο. ᾿Αναστέναξε τέλος βαθιά μέσα ἀπό τήν καρδιά του, ἀνακαλώντας στή μνήμη του τό παράδειγμα τοῦ Κυρίου, «ὁ ὁποῖος, ἄν καί ἦταν Θεός, ταπεινώθηκε θεληματικά καί ὑπάκουσε», καί ὄχι, ὅπως ἔλεγε ὁ μοναχός αὐτός –ὁ ὁποῖος κατεχόταν ἀπό ῾Εωσφορικό πνεῦμα καί ἐμπάθεια– «γιά ἕνα χρονικό διάστημα», ἀλλά «μέχρι θανάτου» (Φιλιπ. 2, 6-8).

Κεφάλαιο 29· ᾿Από ποιά σημεῖα διακρίνει κανείς ὅτι ἡ ψυχή ἔχει σαρκική ὑπερηφάνεια.

Γιά νά συνοψίσουμε ὅ,τι ἔχουμε πεῖ γι᾿ αὐτό τό εἶδος ὑπερηφάνειας, συγκεντρώνοντας ὅσο εἶναι δυνατόν τά βασικά χαρακτηριστικά τους, ὥστε νά περιγράψουμε τή φύση της σ᾿ ἐκείνους πού ἀγωνίζονται γιά τήν τελειότητα, θά ἤθελα νά παρουσιάσουμε πρῶτα–πρῶτα τίς ἐνδείξεις τοῦ ἐξωτερικοῦ ἀνθρώπου. Γιατί, ἄν ἀναγνωρίσουμε ἀπό αὐτές τήν ὑπερηφάνεια, τότε θά ξεθαφτοῦν οἱ ρίζες της, θά βγοῦν στήν ἐπιφάνεια καί θά γίνουν ὁρατές στόν καθένα. ῎Ετσι, θά μπορέσουμε πιό εὔκολα νά τίς κόψουμε ἤ νά τίς ἀποξηράνουμε. Θά μπορέσουμε ἀσφαλῶς νά μήν προσβληθοῦμε ἀπ᾿ αὐτή τήν ἀρρώστια, ἄν προσπαθοῦμε νά προφυλαχθοῦμε ἀπ᾿ αὐτήν ἔγκαιρα, καί ὄχι ὅταν αὐτή θά μᾶς ἔχει ἤδη κατακυριεύσει. Θά πρέπει λοιπόν νά ἀναχαιτίσουμε τούς προπομπούς τῆς ὑπερηφάνειας, οἱ ὁποῖοι μᾶς τήν ἀναγγέλουν, δίδοντας, ὅπως προείπαμε, ὡς προειδοποιητικό σημεῖο τῆς ἐπικείμενης παρουσίας της, τίς ἐξωτερικές κινήσεις καί ἐκδηλώσεις. 

῾Η ἐμπροσθοφυλακή αὐτή θά πρέπει νά μᾶς βάλει σέ ὑποψίες. Γιατί, ὅπως ὅλοι γνωρίζουμε, ἡ συμπεριφορά τοῦ ἐξωτερικοῦ ἀνθρώπου ἐπιτρέπει νά γνωρίσουμε τήν ἐσωτερική του κατάσταση.
 Νά, λοιπόν, ποιά εἶναι τά σημάδια αὐτῆς τῆς ἐξωτερικῆς ὑπερηφάνειας, ἡ ὁποία ἐκδηλώνεται μέ τό σῶμα καί τίς κινήσεις του.

Αὐτοῦ τοῦ εἴδους ἡ ὑπερηφάνεια κάνει τόν ἄνθρωπο νά σηκώνει τή φωνή του ἤ νά κρατᾶ πικρόχολη σιωπή. Αὐτή ἐξωθεῖ τόν ἄνθρωπο νά γελᾶ δυνατά καί ἀσυγκράτητα, κάνει τίς θλίψεις μας βαριές καί παράλογες, τίς ἀπαντήσεις μας ἀπότομες, τίς συζητήσεις μας ἐπιπόλαιες, τό λόγο μας κούφιο καί χωρίς σοβαρότητα. Αὐτή μᾶς καθιστᾶ ἀνυπόμονους, ἀνελεήμονες, ἕτοιμους νά προσβάλλουμε τούς ἄλλους, ὀλιγόψυχους πρός αὐτούς πού ὑπομένουμε, διστακτικούς στήν ὑπακοή –ἐκτός ἄν πρόκειται γιά κάτι πού εἶναι σύμφωνο μέ τίς ἐπιθυμίες μας– ἄκαμπτους στίς συμβουλές τῶν ἄλλων, ἀδύναμους ὅταν πρέπει νά νεκρώσουμε τά δικά μας θελήματα, ἀνυποχώρητους στά θελήματα τῶν ἄλλων, ἐπίμονους στήν ἐπιβολή τοῦ θελήματός μας καί ἀρνητικούς στό νά ἀποδεχθοῦμε τίς ἀπόψεις τῶν ἄλλων. ῎Ετσι, καταλήγουμε νά μήν μποροῦμε πλέον νά δεχθοῦμε σωτήριες συμβουλές καί ἔχουμε πάντα περισσότερη ἐμπιστοσύνη στή δική μας κρίση, παρά στή διάκριση τῶν Γερόντων μας.

Κεφάλαιο 30· ῞Οταν ἡ ψυχή τοῦ μοναχοῦ σκληρυνθεῖ ἀπό τήν ὑπερηφάνεια, τότε αὐτός θέλει νά γίνει καθοδηγητής ἄλλων ψυχῶν.


Ζώντας ἔτσι ὁ ὑπερήφανος μοναχός ἀρχίζει λίγο–λίγο νά ἀποστρέφεται τή μοναχική ζωή. ᾿Επειδή μάλιστα θεωρεῖ ὅτι γιά τήν κατάσταση του αὐτή εὐθύνονται οἱ ἄλλοι μοναχοί τῆς ᾿Αδελφότητας, ζητάει νά βρεῖ κελί στήν ἔρημο καί νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό αὐτούς, ἐπειδή, καθώς νομίζει, ποθεῖ τή ζωή τῆς τελειότητας. Μέ τήν πρόφαση μάλιστα ὅτι θά προσελκύσει στή μοναχική ζωή καί πολλούς ἄλλους ἀδελφούς, ἀποφασίζει νά ἱδρύσει Μοναστήρι καί νά συγκεντρώσει σ᾿ αὐτό ὅλους αὐτούς πού ὀφείλει, κατά τή γνώμη του, νά διδάξει καί νά ἐκπαιδεύσει. ῎Ετσι, ὄντας ὁ ἴδιος μαθητής ἀξιοθρήνητος, γίνεται πιό ἀξιολύπητος δάσκαλος. Γιατί, ἔχοντας πέσει ἀπό τήν ὑπερηφάνεια του σέ πολύ ἐπικίνδυνη χλιαρότητα, καί μή ὄντας στήν πραγματικότητα οὔτε μοναχός οὔτε κοσμικός, ὁδεύει ὅλο καί περισσότερο πρός τόν κατήφορο –καί μάλιστα μέ τό κεφάλι ψηλά– ἔχοντας τή βεβαιότητα ὅτι βαδίζει τόν σωστό δρόμο πρός τήν τελειότητα.

Κεφάλαιο 31· Πῶς θά ὑπερνικήσουμε τήν ὑπερηφάνεια γιά νά ἀξιωθοῦμε νά ὁδεύσουμε πρός τήν τελειότητα.

Γι᾿ αὐτό, ἀδελφοί μου, ἄν θέλουμε νά εἶναι τό πνευματικό οἰκοδόμημά μας τέλειο, στέρεο καί εὐάρεστο στόν Θεό, ἄς προσπαθήσουμε νά στηρίξουμε τά θεμέλια του, ὄχι στό θέλημά μας, ἀλλά στήν πολύτιμη διδασκαλία τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου. Τά θεμέλια ὅμως αὐτά δέν μπορεῖ νά εἶναι ἄλλα, παρά ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ καί ἡ ταπείνωση, ἡ ὁποία γεννιέται ἀπό τήν πραότητα καί ἀπό τήν ἁπλότητα τῆς καρδιᾶς. ῾Η ταπείνωση βέβαια δέν μπορεῖ νά ἀποκτηθεῖ χωρίς τήν πτωχεία. Καί ὅσο χρόνο δέν ἐστερνιζόμαστε τήν πτωχεία παραμένουμε ἀδιόρθωτοι. Γιατί, χωρίς τήν πτωχεία, δέν θά μπορέσουμε νά γίνουμε οὔτε ὑπάκουοι, οὔτε ὑπομονετικοί, οὔτε πράοι, οὔτε εἰρηνικοί, οὔτε θά καταφέρουμε νά τελειωθοῦμε στήν ἀγάπη. Δέν θά μπορέσουμε δηλαδή νά προκόψουμε στίς ἀρετές καί χωρίς αὐτές τίς ἀρετές, δέν μπορεῖ ἡ καρδιά μας νά γίνει κατοικητήριο τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, ὅπως μᾶς τό παραγγέλει ὁ Κύριος μέ τό στόμα τοῦ Προφήτη πού λέει· «Σέ ποιόν ἄλλο θά ρίξω τό σπλαχνικό βλέμμα μου, παρά σ᾿ ἐκεῖνον πού εἶναι ταπεινός καί ἥσυχος καί τρέμει τούς λόγους μου;» (῾Ησ. 66, 2).

Κεφάλαιο 32· ᾿Ενῶ ἡ ὑπερηφάνεια καταστρέφει ὅλες τίς ἀρετές, αὐτή ἡ ἴδια ἐξοντώνεται μόνο ἀπό τήν πραγματική ταπεινοφροσύνη.

῎Ας προσπαθήσει λοιπόν νά ἀγωνιστεῖ ὁ ἀθλητής τοῦ Χριστοῦ, αὐτός πού, ὅπως λέει καί ὁ ᾿Απόστολος, θέλει νά ἀθλήσει «νόμιμα καί σύμφωνα μέ τούς κανόνες» (Β´ Τιμ. 2, 5). Καί ἔτσι νά καταπνίξει τήν ὑπερηφάνεια, τό ἀνήμερο αὐτό θηρίο πού καταβροχθίζει ὅλες τίς ἀρετές. Γιατί θά πρέπει νά γνωρίζει καλά ὁ μοναχός ὅτι, ἄν τό θηρίο τῆς ὑπερηφάνειας καταλάβει τήν καρδιά του, ὄχι μόνο δέν θά μπορέσει πλέον νά ἀπελευθερωθεῖ ἀπό κανένα πάθος, ἀλλά τό δηλητήριό του θά τοῦ ἀφανίσει καί ὅ,τι ἄλλο καλό καί κάθε ἄλλη ἀρετή πού εἶχε ὁ ἴδιος ἀποκτήσει. Δέν θά μπορέσουμε μέ κανένα τρόπο νά ὑψώσουμε μέσα στήν ψυχή μας τό πνευματικό οἰκοδόμημα τῆς ἀρετῆς, ἄν δέν τό θεμελιώσουμε πάνω στήν ἀληθινή ταπείνωση πού εἶναι ἱκανή νά ὑποστηρίξει καί νά ὑποβαστάσει ὅλο τό ἔργο τῆς τελειότητας καί τῆς ἀγάπης. 

Γι᾿ αὐτό, ὅπως ἤδη ἔχουμε πεῖ, ἄς δείξουμε πρῶτα πρός τούς ἀδελφούς μας βαθιά καί ἀληθινή ταπείνωση, ἀποφεύγοντας, ὅσο ἐξαρτᾶται ἀπό ἐμᾶς, νά τούς λυπήσουμε ἤ νά τούς προσβάλουμε ἀκόμα καί στό ἐλάχιστο. Δέν θά μπορέσουμε ποτέ, ἐπαναλαμβάνω, νά φθάσουμε σ᾿ αὐτή τήν εὐλογημένη κατάσταση τῆς ταπείνωσης, χωρίς τήν εἰλικρινή ἀποταγή καί τήν πτωχεία, ἡ ὁποία θά πρέπει ἀσφαλῶς νά εἶναι θεμελιωμένη στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. ᾿Επιπλέον, θά πρέπει νά ἀποδεχθοῦμε μέ εἰλικρίνεια καί ἁπλότητα τό ζυγό τῆς ὑπακοῆς, ὥστε νά μήν ἔχουμε πλέον τίποτε ἄλλο μέσα μας, παρά μόνο τήν ἐπιθυμία νά λειτουργοῦμε τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅπως αὐτό ἐκφράζεται μέσα ἀπό τίς ἐντολές πού δεχόμαστε ἀπό τόν Γέροντα.

Αὐτό θά μπορέσει νά τό κάνει ζωή του μόνο ἐκεῖνος πού θεωρεῖ ὅτι εἶναι, ὄχι μόνο νεκρός γι᾿ αὐτό τόν κόσμο, ἀλλά ἀκόμη ὅτι εἶναι καί ἄφρονας καί μωρός. Καί ἔχοντας αὐτά τά βιώματα, νά βιάζει τόν ἑαυτό του, ὥστε νά ἐκτελεῖ ἀναντίρρητα καθετί πού θά τοῦ ζητηθεῖ ἀπό τούς Γέροντες, θεωρώντας ὅτι αὐτό εἶναι ἱερό καί ὅτι προέρχεται ἀπό τόν ῎Ιδιο τόν Θεό.

Κεφάλαιο 33· Πῶς θεραπεύεται τό πάθος τῆς ὑπερηφάνειας.

῞Ενα τέτοιο σωστό θεμέλιο θά δώσει στή συνέχεια τή δυνατότητα νά συνεχίζει κανείς τόν ἀγώνα πρός τήν τελείωση μέ εἰρηνική καρδιά καί μέ ἑδραιωμένο ταπεινό φρόνημα. ῎Αν θεωροῦμε τόν ἑαυτό μας κατώτερο ἀπ᾿ ὅλο τόν κόσμο, τότε θά ἀξιωνόμαστε νά ὑπομένουμε γενναῖα κάθε δοκιμασία πού προέρχεται ἀπό τούς συνανθρώπους μας, θεωρώντας ὅτι προέρχεται ἀπό ἀδελφούς, οἱ ὁποῖοι εἶναι πιό προχωρημένοι πνευματικά ἀπό ἐμᾶς. Θά τά ὑπομένουμε μάλιστα ὅλα, χωρίς δυσκολία, καί θά τά θεωροῦμε ἐλαφρά καί ἀσήμαντα, σέ σύγκριση μέ τά ῞Αγια Πάθη τοῦ Κυρίου μας καί μέ τά μαρτύρια τῶν ῾Αγίων. Τότε, θά ζοῦμε μέ τή βεβαιότητα ὅτι, ὅσο λιγότερες προσβολές δεχόμαστε, τόσο πιό μακριά εἴμαστε ἀπό τήν ἀρετή τῶν ῾Αγίων καί ἀπό τόν τρόπο πού ἐκεῖνοι ἔζησαν καί πού ἔδωσαν τή μαρτυρία τους. ᾿Επιπλέον, νά διατηροῦμε ἀδιάλειπτη μνήμη θανάτου. Νά σκεπτόμαστε ὅτι μιά μέρα θά φύγουμε ἀπό αὐτό τόν κόσμο καί ὅτι πρόκειται νά ζήσουμε αἰώνια μαζί Του. Γιατί αὐτή ἡ θεώρηση τῆς ζωῆς, ὄχι μόνο ἐξαλείφει τήν ὀργή, ἀλλά καί μᾶς βοηθάει νά ἀπαλλαγοῦμε καί ἀπό ὅλα τά ἄλλα πάθη.


Μέ αὐτό πάντα τό σκεπτικό, ἄς διατηρήσουμε ἀκλόνητη τήν ταπείνωση πρός τόν Θεό. Καί αὐτό θά γίνει μόνο, ὅταν ἀναγνωρίσουμε ὅτι, πέρα ἀπό τόν προσωπικό μας ἀγώνα, ἡ πρόοδός μας πρός τή ζωή τῆς πνευματικῆς τελείωσης εἶναι ἔργο τῆς Θείας Χάρης. Πραγματικά, τό μόνο βέβαιο εἶναι ὅτι τίποτα δέν μποροῦμε νά κάνουμε ἀπό μόνοι μας, χωρίς τή βοήθεια καί τή καθοδήγηση τῆς Χάρης Του. ᾿Ακόμα καί τό γεγονός ὅτι ἀξιωθήκαμε νά κατανοήσουμε αὐτή τή μεγάλη ἀλήθεια –τό ὅτι δηλαδή ἔχουμε γιά καθετί πού ἐπιχειροῦμε τήν ἀνάγκη τῆς συνέργειας τῆς Θείας Χάρης– εἶναι ἤδη ἕνα ἀνεκτίμητο δῶρο τῆς Θείας εὐσπλαχνίας καί τῆς φιλανθρωπίας Του.

Ἀπό τό βιβλίο,

«Ὁ Ἀββᾶς Κασσιανός, Συνομιλίες μέ τούς Πατέρες τῆς ἐρήμου» τ. β΄
Ἐκδ. «ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ»

Ἱερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα



Πηγή : imaik.gr
Share this article :

0 comments:

Speak up your mind

Tell us what you're thinking... !

google_translate

Μνημόνευση ονομάτων

Για περισσότερα πατήστε πάνω στην εικόνα.

Μνημόνευση ονομάτων

Η μνημόνευση των αγαπημένων μας προσώπων που βρίσκονται στη ζωή, αλλά και αυτών που έχουν εκδημήσει εις Κύριον αποτελεί χρέος αγάπης προς αυτούς. Μπορείτε να καταχωρήσετε την δωρεά σας.


Μέσω PayPal πατώντας το κουμπί Donate:

Στηρίξτε το έργο μας

Το site stilosorthodoxias.gr καλύπτει τα έξοδά του αποκλειστικά με δωρεές. Αν σας περισσεύει μία βοήθεια, μπορείτε να βοηθήσετε μέσω Paypal:



Facebook

Blogger Tips and TricksLatest Tips And TricksBlogger Tricks

Tο Αγιολόγιο της ημέρας

Comments

 

powered by Blogger
Copyright © 2014 - 2024. stilosorthodoxias.gr
© 2014 - 2024, stilosorthodoxias.gr, All Rights Reserved
powered by Blogger Copyright © 2014 - 2024. stilosorthodoxias.gr