Αγαπητοί
Αναγνώστες του site stilosorthodoxias.gr Καλημέρα σας, σήμερα αρχίζουμε να σας παρουσιάζουμε
με την βοήθεια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού , και τις ευχές του Ποιμενάρχου μας
Κ.Κ. Διονυσίου την Παλαιά Διαθήκη σε πρωτότυπο κείμενο και μετάφραση. Σήμερα θα
αρχίσουμε την παρουσίαση με το πρώτο κεφάλαιο της Γενέσεως
Πρόλογος
Ύμνοι και ωδές πνευματικές, δοξολογίες και
ευχαριστίες οφείλονται στον Κύριο της δόξης, της χάριτος και της ιστορίας,
διότι με την παρούσα έκδοση η Εκκλησία της Ελλάδος αποκτά την ιδική της έκδοση
της Παλαιάς Διαθήκης βάσει της μεταφράσεως των Εβδομήκοντα (Ο'). Τό κείμενο
αυτό έχει γίνει αποδεκτό από τη συνείδηση του εκκλησιαστικού πληρώματος και
απετέλεσε τη βάση θεολογικών συζητήσεων, άρα δε και των αποφάσεων των τοπικών
και οικουμενικών Συνόδων, ως και την πολλαπλή έγκριση της Εκκλησίας της Ελλάδος
και του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινουπόλεως.
Η Παλαιά Διαθήκη, ως γνωστόν, περιέχει το λόγο
του Θεού όπως τον απεκάλυψεν ο ίδιος στους Ισραηλίτες πριν να έλθει ο Χριστός
στον κόσμο. Η αποκάλυψη αυτή έγινε με τους αγίους άνδρες, τους Πατριάρχες, τον
Μωυσή και τους Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης και είχε ως σκοπόν της την
προετοιμασία των ανθρώπων στο να κατανοήσουν καλύτερα και να πιστέψουν
ευκολότερα στις αλήθειες της Καινής Διαθήκης, όπως ακριβώς τις απεκάλυψε στον
κόσμο πλήρως και τελείως ο Υιος του Θεού.
Η θεία αποκάλυψη συνιστά ενέργεια του Θεού, με
την οποία κάνει γνωστά στον άνθρωπο τα μυστικά της φύσεώς Του, καθώς και το
περιεχόμενο του θείου θελήματός Του.
Η Παλαιά Διαθήκη ως έκφραση της εν τόπω και
χρόνω γενομένης αποκαλύψεως του Θεού, διατηρούσα πάντοτε την επικαιρότητά της,
προσφέρει τις θεμελιώδεις αρχές της υπερφυσικής θείας αποκαλύψεως ως
αντικείμενο πίστεως.
Τα βιβλία της Αγίας Γραφής που εγράφησαν πριν
από την έλευση του Χριστού, αποτελούν την Παλαιά Διαθήκη, εκείνα δε που εγράφησαν
μετά Χριστόν, συνιστούν την Καινή Διαθήκη.
Η Παλαιά Διαθήκη περιέχει σαράντα εννέα
βιβλία. Τα βιβλία της είναι ιστορικά, διδακτικά και προφητικά. Ο Θεός
φανερώνεται στον Αδάμ, στον Παράδεισο, και πριν και μετά την πτώση του,
θέλοντας να τον καθοδηγήσει στο δρόμο της αρετής.
Επίσης φανερώνεται στον Αβραάμ και σε πολλούς
δικαίους ανθρώπους της εποχής εκείνης. Εκλέγει τον προφήτη Μωυσή και
αυτοαποκαλύπτεται σ ‘ αυτόν στο όρος Σινά δεκαπέντε περίπου αιώνες προ της
ελεύσεως του Χριστού. Η αποκάλυψη του Θεού και η παράδοση του Νόμου Του με τη
μορφή των δέκα εντολών στο Μωυσή, συνεχίστηκε με μια σειρά από αγίους προφήτες
δια μέσου των αιώνων. Ο Θεός ήθελε να διαπαιδαγωγήσει τον εκλεκτό του λαό, τον
Ισραήλ, στο δρόμο της αλήθειας. Μέ την ενανθρώπηση δε του Χριστού, ο Θεός
απεκάλυψε την πλήρη αλήθεια.
Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης μας το τονίζει
γράφοντας ότι «ο Νόμος (της Παλαιάς Διαθήκης) δια Μωυσέως εδόθη, η χάρις και η
αλήθεια δια Ιησού Χριστού εγένετο» ( Ιωάν. α 17). Η χάρις δε αυτή απελευθερώνει
τον άνθρωπο από τη δουλεία της αμαρτίας και τον αναγεννά.
Η πρώτη αποκάλυψη του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη
ήταν ατελής, ενώ η δεύτερη στην Καινή Διαθήκη ήταν πλήρης και τελεία. Η μία
προετοίμασε το δρόμο της κατανοήσεως και αποδοχής της άλλης. Έτσι η χριστιανική
θρησκεία γεννήθηκε μέσα στο πλήρωμα της αληθείας.
*
* *
Η παρούσα συλλογική μετάφραση της Παλαιάς
Διαθήκης των Ο' στην ελληνική γλώσσα, έχει μεγάλη σημασία και δια τον
Ελληνισμόν, καθότι απέβη η «παιδαγωγός εις Χριστόν» τόσον των Ελληνιστών
Ιουδαίων, όσον και των Εθνικών.
Μέχρι της ολοκληρώσεως του Κανόνος της Καινής
Διαθήκης, η μετάφραση των Ο' ήταν δια την Εκκλησία η αποκληστική Βίβλος, στην
οποία αναφέρονται τόσον ο Κύριος όσον και οι Μαθητές Του. Η μετάφραση των Ο
είναι η πλέον παλαιά από τις γνωστές σε μας μεταφράσεις της Παλαιάς Διαθήκης, σ
‘ αυτήν δε εστηρίχθησαν οι Πατέρες και Διδάσκαλοι της Εκκλησίας και αυτήν
πλείστοι από αυτούς υπομνημάτισαν και ερμήνευσαν δια μέσου των αιώνων.
Αυτή απολαμβάνει θείας αυθεντίας και κύρους ως
η Βίβλος της αδιαιρέτου Εκκλησίας των οκτώ πρώτων αιώνων. Συνιστά την Παλαιά
Διαθήκη, το επίσημο κείμενο της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας και παραμένει το
αυθεντικό κείμενο βάσει του οποίου έγιναν και οι επίσημες μεταφράσεις της
Παλαιάς Διαθήκης των άλλων αδελφών ορθοδόξων Εκκλησιών· υπήρξε το θείο όργανο
του προ Χριστού ευαγγελισμού και απετέλεσε τη βάση της ορθοδόξου Θεολογίας.
Πρόκειται δε περί σπουδαιοτάτου και μοναδικού μνημείου του Ελληνισμού και του
Πολιτισμού του με αδιάκοπη και καταπλήσσουσα παράδοση των «χειρογράφων» της
μέχρι σήμερα.
Σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθεί και η υπό
της Εκκλησίας μας λειτουργική χρήση της, καθότι στις τρεις θείες Λειτουργίες,
στα ευχολόγια και στα λοιπά λειτουργικά βιβλία και κείμενα των ιερών
Ακολουθιών, γίνεται ευρύτατη χρήση αγιογραφικών χωρίων, προφητειών κ.λ.π. από
την Παλαιά Διαθήκη των Ο'.
Ευελπιστούμε ότι η πρόνοια του Μεγάλου Θεού,
θα ευλογήσει τα πράγματα, ωστε, πολύ σύντομα η Εκκλησία μας, να έχει την Παλαιά
Διαθήκη των Ο' σε νεοελληνική απόδοση, δια να γίνεται αυτή καταληπτή από όλους,
το φιλακόλουθον πλήρωμα της Εκκλησίας μας και ιδιαίτερα από τους νέους μας, που
αποτελούν την ελπίδα της Εκκλησίας και του Έθνους μας.
Η προσεκτική ανάγνωση και μελέτη της Αγίας
Γραφής αποτελεί μεγάλη ασφάλεια δι ‘ όλους μας, εις το να μην αμαρτάνουμε, μας
καθοδηγεί στο θέλημα του Θεού, στον αγώνα δια την απόκτηση των αρετών και στο
κέρδισμα της αιωνίου ζωής.
+
Ο Χριστουπόλεως ΠΕΤΡΟΣ
Γενικός
Διευθυντής της Αποστολικής Διακονίας
ΓΕΝΕΣΙΣ
Κεφάλαιον
Α
Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν.
|
|
Γεν. 1,1
|
Κατ' ἀρχάς ὁ ἀπειροτέλειος Θεός ἐδημιούργησεν ἐκ τοῦ
μηδενός τό σύμπαν, τόν οὐρανόν καί τήν γῆν.
|
ἡ δὲ γῆ ἦν ἀόρατος καὶ ἀκατασκεύαστος, καὶ σκότος
ἐπάνω τῆς ἀβύσσου, καὶ πνεῦμα Θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ ὕδατος.
|
|
Γεν. 1,2
|
Ἡ γῆ ἦτο ἀόρατος, ἀδιαμόρφωτος καί ἀπρόσφορος διά
τόν ζωϊκόν καί φυτικόν κόσμον· σκοτάδι δέ ἡπλώνετο ἐπάνω ἀπό τά ὕδατα πού τήν
ἐσκέπαζον, τό δέ ζωοποιόν Πανάγιον Πνεῦμα ἐφέρετο ἐπάνω ἀπό τά ὕδατα καί
περιέβαλλεν αὐτήν.
|
καὶ εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτω φῶς· καὶ ἐγένετο φῶς.
|
|
Γεν. 1,3
|
Καί εἶπεν ὁ Θεός· “νά γίνῃ φῶς ἐπί τῆς γῆς”· καί
ἔγινε φῶς.
|
καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὸ φῶς, ὅτι καλόν· καὶ διεχώρισεν ὁ
Θεὸς ἀνὰ μέσον τοῦ φωτὸς καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σκότους.
|
|
Γεν. 1,4
|
Καί εἶδεν ὁ παντογνώστης Θεός τό φῶς ὅτι εἶναι καλόν
καί σκόπιμον· καί ἐχώρισεν ὁ Θεός τό σκότος ἀπό τό φῶς.
|
καὶ ἐκάλεσεν ὁ Θεὸς τὸ φῶς ἡμέραν καὶ τὸ σκότος
ἐκάλεσε νύκτα. καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα μία.
|
|
Γεν. 1,5
|
Καί ὠνόμασεν ὁ Θεός τό φῶς ἡμέραν καί τό σκότος
ὠνόμασε νύκτα. Καί ἔγινεν ἑσπέρα καί ἔγινε πρωϊ καί ἔκλεισεν ἡ πρώτη ἡμέρα
τῆς δημιουργίας.
|
Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτω στερέωμα ἐν μέσῳ τοῦ
ὕδατος καὶ ἔστω διαχωρίζον ἀνὰ μέσον ὕδατος καὶ ὕδατος. καὶ ἐγένετο οὕτως.
|
|
Γεν. 1,6
|
Καί εἶπεν ὁ Θεός· “νά γίνῃ ὁ οὐράνιος θόλος τῆς γῆς
μεταξύ τῶν ὑδάτων, πού καλύπτουν τήν ἐπιφάνειάν της καί τῶν νεφῶν πού
αἰωρούνται εἰς τήν ἀτμόσφαιραν, καί νά διαχωρίζῃ μεταξύ τῶν ὑδάτων τῆς γῆς
καί τῶν ὑδάτων τοῦ οὐρανοῦ”. Καί ἔγινεν ὅπως ὁ Θεός διέταξε.
|
καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸ στερέωμα, καὶ διεχώρισεν ὁ
Θεὸς ἀνὰ μέσον τοῦ ὕδατος, ὃ ἦν ὑποκάτω τοῦ στερεώματος, καὶ ἀναμέσον τοῦ
ὕδατος τοῦ ἐπάνω τοῦ στερεώματος.
|
|
Γεν. 1,7
|
Καί ἔδωσεν ὕπαρξιν ὁ Θεός στόν οὐράνιον θόλον καί
διεχώρισε τά ὕδατα, τά ὁποῖα ἦσαν ἐπί τῆς γῆς κάτω ἀπό τόν οὐρανόν, ἀπό τά
νερά, τά ὁποῖα ἦσαν ἐπάνω εἰς τά νέφη τοῦ οὐρανού.
|
καὶ ἐκάλεσεν ὁ Θεὸς τὸ στερέωμα οὐρανόν. καὶ εἶδεν ὁ
Θεός, ὅτι καλόν, καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα δευτέρα.
|
|
Γεν. 1,8
|
Καί ὠνόμασεν ὁ Θεός τήν ἀτμόσφαιραν οὐρανόν. Καί
εἶδεν ὁ παντογνώστης Θεός ὅτι τό ἔργον του αὐτό ἦτο ὡραῖον καί σκόπιμον. Καί
ἔγινεν ἑσπέρα, ἔγινε πρωί καί ἔκλεισεν ἡ δευτέρα ἡμέρα τῆς δημιουργίας.
|
Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· συναχθήτω τὸ ὕδωρ τὸ ὑποκάτω τοῦ
οὐρανοῦ εἰς συναγωγὴν μίαν, καὶ ὀφθήτω ἡ ξηρά. καὶ ἐγένετο οὕτως. καὶ συνήχθη
τὸ ὕδωρ τὸ ὑποκάτω τοῦ οὐρανοῦ εἰς τὰς συναγωγὰς αὐτῶν, καὶ ὤφθη ἡ ξηρά.
|
|
Γεν. 1,9
|
Καί εἶπεν ὁ Θεός· “ἄς συναχθῆ τό ὕδωρ, τό ὁποῖον
καλύπτει ὁλόκληρον τήν γῆν, εἰς ὡρισμένην περιοχήν καί ἄς φανῆ ἡ ξηρά”. Καί
ἔγινεν, ὅπως ὁ Θεός διέταξε· καί ἐμαζεύθη ὅλον τό ὕδωρ τῆς γῆς εἰς τάς
βαθείας περιοχάς τῶν ὠκεανῶν καί θαλασσῶν, καί ἐφάνη ἡ ξηρά.
|
καὶ ἐκάλεσεν ὁ Θεὸς τὴν ξηρὰν γῆν καὶ τὰ συστήματα
τῶν ὑδάτων ἐκάλεσε θαλάσσας. καὶ εἶδεν ὁ Θεός, ὅτι καλόν.
|
|
Γεν. 1,10
|
Καί ὠνόμασεν ὁ Θεός τήν ἐκτός τῆς θαλάσσης ἔκτασιν
γῆν, τάς δέ μεγάλας περιοχάς τῶν ὑδάτων ὠνόμασε θαλάσσας. Καί εἶδεν ὁ Θεός
ὅτι ἡ θάλασσα καί ἡ ξηρά εἶναι καλαί, ἔχουν τόν σκοπόν καί τήν χρησιμότητά
των.
|
καὶ εἶπεν ὁ Θεός· βλαστησάτω ἡ γῆ βοτάνην χόρτου
σπεῖρον σπέρμα κατὰ γένος καὶ καθ᾿ ὁμοιότητα, καὶ ξύλον κάρπιμον ποιοῦν
καρπόν, οὗ τὸ σπέρμα αὐτοῦ ἐν αὐτῷ κατὰ γένος ἐπὶ τῆς γῆς. καὶ ἐγένετο οὕτως.
|
|
Γεν. 1,11
|
Καί εἶπεν ὁ Θεός· “ἄς φυτρώσουν καί ἄς ἀναπτυχθοῦν
εἰς τήν ξηράν χλόη καί ποώδεις θάμνοι, πού τό κάθε εἶδος ἀπό αὐτά θά ἔχῃ τό
ἰδικόν του σπέρμα, διά νά διαιωνίζεται ἐπί τῆς γῆς”· καί ἐν συνεχείᾳ διέταξεν
ὁ Θεός· “νά φυτρώσουν καί νά μεγαλώσουν εἰς τήν γῆν καρποφόρα ξυλώδη δένδρα,
ἕκαστον ἀπό τά ὁποῖα θά φέρῃ κατά τό εἶδος του τό ἰδικόν του σπέρμα”.
|
καὶ ἐξήνεγκεν ἡ γῆ βοτάνην χόρτου σπεῖρον σπέρμα
κατὰ γένος καὶ καθ᾿ ὁμοιότητα, καὶ ξύλον κάρπιμον ποιοῦν καρπόν, οὗ τὸ σπέρμα
αὐτοῦ ἐν αὐτῷ κατὰ γένος ἐπὶ τῆς γῆς.
|
|
Γεν. 1,12
|
Καί ἔβγαλε πράγματι ἡ γῆ ποώδη βλάστησιν, χλόην καί
θάμνους, κάθε εἶδος ἀπό τά ὁποῖα εἶχε τό σπέρμα αὐτοῦ διά τήν διατήρησίν του.
Καί κατόπιν ἐφύτρωσαν καί ἐμεγάλωσαν ἐπί τῆς γῆς καρποφόρα δένδρα, ἕκαστον
ἀπό τά ὁποῖα ἔφερε τό σπέρμα τοῦ εἴδους του, διά νά διαιωνίζεται ἐπί τῆς γῆς.
|
καὶ εἶδεν ὁ Θεός, ὅτι καλόν. καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ
ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα τρίτη.
|
|
Γεν. 1,13
|
Εἶδεν ὁ Θεός ὅτι ἡ χλόη, οἱ θάμνοι καί τά δένδρα,
πού ἐκάλυψαν ὅλην τήν ἐπιφάνειαν τῆς ξηρᾶς, ἦσαν καλά, σκόπιμα καί χρήσιμα.
Ἔγινεν ἑσπέρα, ἔγινε πρωί καί συνεπληρώθη ἡ τρίτη ἡμέρα τῆς δημιουργίας.
|
Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· γενηθήτωσαν φωστῆρες ἐν τῷ
στερεώματι τοῦ οὐρανοῦ εἰς φαῦσιν ἐπὶ τῆς γῆς, τοῦ διαχωρίζειν ἀνὰ μέσον τῆς
ἡμέρας καὶ ἀνὰ μέσον τῆς νυκτός· καὶ ἔστωσαν εἰς σημεῖα καὶ εἰς καιροὺς καὶ
εἰς ἡμέρας καὶ εἰς ἐνιαυτούς·
|
|
Γεν. 1,14
|
Καί εἶπεν ὁ Θεός· “ἄς γίνουν (ἄς φανοῦν) εἰς τόν
οὐρανόν τῆς γῆς φωτεινοί ἀστέρες, διά νά φωτίζουν τήν γῆν καί νά χωρίζουν τήν
ἡμέραν ἀπό τήν νύκτα. Ἄς εἶναι οἱ ἀστέρες αὐτοί είς σημεῖα μετεωρολογικῶν καί
ἄλλων φαινομένων, καί ἄς χρησιμεύουν εἰς κανονικήν μεταβολήν καί διάκρισιν
τῶν ἐποχῶν τοῦ ἔτους, τῶν ἡμερῶν καί τῶν ἐτῶν.
|
καὶ ἔστωσαν εἰς φαῦσιν ἐν τῷ στερεώματι τοῦ οὐρανοῦ,
ὥστε φαίνειν ἐπὶ τῆς γῆς. καὶ ἐγένετο οὕτως.
|
|
Γεν. 1,15
|
Πρό παντός δέ ἄς εἶναι αὐτοί στόν οὐρανόν, ὥστε νά
φωτίζουν τήν γῆν”. Καί ἔγινεν ὅπως ὁ Θεός διέταξε.
|
καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τοὺς δύο φωστῆρας τοὺς μεγάλους,
τὸν φωστῆρα τὸν μέγαν εἰς ἀρχὰς τῆς ἡμέρας καὶ τὸν φωστῆρα τὸν ἐλάσσω εἰς
ἀρχὰς τῆς νυκτός, καὶ τοὺς ἀστέρας.
|
|
Γεν. 1,16
|
Καί ἔκαμεν ὁ Θεός τούς δύο μεγάλους ἀστέρας, τόν
ἥλιον, τόν μεγάλον ἀστέρα, νά ἄρχῃ μέ τό φῶς του ὅλην τήν ἡμέραν. Καί τόν
μικρότερον ἀστέρα, τήν σελήνην, νά ἄρχῃ μέ τό φῶς της κατά τήν νύκτα. Ἐπίσης
διέταξε νά φανοῦν καί οἱ ἄλλοι ἀστέρες τοῦ οὐρανού.
|
καὶ ἔθετο αὐτοὺς ὁ Θεὸς ἐν τῷ στερεώματι τοῦ
οὐρανοῦ, ὥστε φαίνειν ἐπὶ τῆς γῆς
|
|
Γεν. 1,17
|
Καί ἔθεσεν αὐτούς ὁ Θεός στό οὐράνιον στερέωμα, διά
νά στέλλουν τό φῶς των ἐπάνω εἰς τήν γῆν·
|
καὶ ἄρχειν τῆς ἡμέρας καὶ τῆς νυκτὸς καὶ διαχωρίζειν
ἀνὰ μέσον τοῦ φωτὸς καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σκότους. καὶ εἶδεν ὁ Θεός, ὅτι καλόν.
|
|
Γεν. 1,18
|
νά ἐξουσιάζουν τήν ἡμέραν καί τήν νύκτα καί νά
ξεχωρίζουν τό φῶς ἀπό τό σκότος. Καί εἶδεν ὁ παντογνώστης Θεός, ὅτι τό ἔργον
του αὐτό ἦτο καλόν, χρήσιμον καί σκόπιμον.
|
καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα τετάρτη.
|
|
Γεν. 1,19
|
Ἔγινεν ἑσπέρα, ἔγινε πρωί καί συνεπληρώθη ἡ τετάρτη
ἡμέρα τῆς δημιουργίας.
|
Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ἐξαγαγέτω τὰ ὕδατα ἑρπετὰ ψυχῶν
ζωσῶν καὶ πετεινὰ πετόμενα ἐπὶ τῆς γῆς κατὰ τὸ στερέωμα τοῦ οὐρανοῦ. καὶ
ἐγένετο οὕτως.
|
|
Γεν. 1,20
|
Καί εἶπεν ὁ Θεός· “νά βγάλουν τά ὕδατα τῶν θαλασσῶν
ψάρια καί ἑρπετά καί πτηνά, τά ὁποῖα θά πετοῦν εἰς τήν ἀτμόσφαιραν μεταξύ τοῦ
οὐρανίου θόλου καί τῆς γῆς”. Καί ἔγινεν ἔτσι.
|
καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὰ κήτη τὰ μεγάλα καὶ πᾶσαν
ψυχὴν ζῴων ἑρπετῶν, ἃ ἐξήγαγε τὰ ὕδατα κατὰ γένη αὐτῶν, καὶ πᾶν πετεινὸν
πτερωτὸν κατὰ γένος. καὶ εἶδεν ὁ Θεός, ὅτι καλά.
|
|
Γεν. 1,21
|
Καί ἐδημιούργησεν ὁ Θεός τά μεγάλα κήτη καί τά ψάρια
καί τά ἑρπετά, τά ὁποῖα σύμφωνα μέ τήν διαταγήν του ἔβγαλαν τά ὕδατα ἕκαστον
κατά τό εἶδος αὐτοῦ· καθώς καί ὅλα τά εἴδη τῶν πτηνῶν καθένα κατά τό εἶδος
του. Καί εἶδεν ὁ Θεός ὅτι ὅλα ἦσαν καλά καί χρήσιμα διά τόν σκοπόν, διά τόν
ὁποῖον ἔγιναν.
|
καὶ εὐλόγησεν αὐτὰ ὁ Θεός, λέγων· αὐξάνεσθε καὶ
πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὰ ὕδατα ἐν ταῖς θαλάσσαις, καὶ τὰ πετεινὰ
πληθυνέσθωσαν ἐπὶ τῆς γῆς.
|
|
Γεν. 1,22
|
Καί εὐλόγησεν αὐτά ὁ Θεός λέγων· “γίνεσθε γόνιμα,
αὐξάνεσθε καί πολλαπλασιάζεσθε καί γεμίσατε τά ὕδατα τῶν θαλασσῶν. Καί τά
πετεινά ἐπίσης ἄς πληθυνθοῦν ἐπάνω εἰς τήν γῆν”.
|
καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα πέμπτη.
|
|
Γεν. 1,23
|
Καί ἔγινεν ἑσπέρα καί ἔγινε πρωϊ καί συνεπληρώθη ἡ
πέμπτη ἡμέρα τῆς δημιουργίας.
|
Καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ἐξαγαγέτω ἡ γῆ ψυχὴν ζῶσαν κατὰ
γένος, τετράποδα καὶ ἑρπετὰ καὶ θηρία τῆς γῆς κατὰ γένος. καὶ ἐγένετο οὕτως.
|
|
Γεν. 1,24
|
Καί εἶπεν ὁ Θεός· “ἄς βγάλῃ ἡ γῆ ζῶα διαφόρων εἰδῶν,
τετράποδα καί ἑρπετά καί θηρία τῆς ξηρᾶς, τό καθένα κατά τό εἶδος του”. Καί
ἔγινε ἔτσι.
|
καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὰ θηρία τῆς γῆς κατὰ γένος, καὶ
τὰ κτήνη κατὰ γένος αὐτῶν καὶ πάντα τὰ ἑρπετὰ τῆς γῆς κατὰ γένος αὐτῶν. καὶ
εἶδεν ὁ Θεός, ὅτι καλά.
|
|
Γεν. 1,25
|
Καί ἐδημιούργησεν ὁ Θεός τά θηρία τῆς γῆς κατά τά
εἴδη αὐτῶν, καί τά κτήνη κατά τά εἴδη αὐτῶν καί ὅλα τά ἑρπετά τῆς γῆς κατά τά
εἴδη αὐτῶν. Καί εἶδεν ὁ Θεός ὅτι εἶναι καλά, σκόπιμα καί χρήσιμα.
|
καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα
ἡμετέραν καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν, καὶ ἀρχέτωσαν τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ τῶν
πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῶν κτηνῶν καὶ πάσης τῆς γῆς καὶ πάντων τῶν ἑρπετῶν
τῶν ἑρπόντων ἐπὶ γῆς γῆς.
|
|
Γεν. 1 ,26
|
Ἐν συνεχείᾳ ὁ Τριαδικός Θεός εἶπε καθ΄ ἑαυτόν· “ἄς
δημιουργήσωμεν τώρα τὸν ἄνθρωπον, σύμφωνα μὲ τὴν ἰδικήν μας εἰκόνα, καὶ νὰ
ἔχῃ τὴν δυνατότητα νὰ ὁμοιάσῃ μὲ ἡμᾶς. Αὐτοί, ἄνδρας καὶ γυναῖκα, ἄς εἶναι
ἄρχοντες καὶ κύριοι τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης, τῶν πτηνῶν τοῦ οὐρανοῦ, τῶν
κτηνῶν καὶ ὅλης τῆς γῆς καὶ ὅλων ὅσα ἕρπουν ἐπάνω εἰς τὴν ἐπιφάνειαν τῆς
γῆς”.
|
καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ
ἐποίησεν αὐτόν, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς.
|
|
Γεν. 1,27
|
Καί πράγματι ὁ ἀπειροτέλειος Θεός ἐδημιούργησε τόν
ἄνθρωπον, τόν ὁποῖον ἐπροίκισε μέ ἰδικά του χαρακτηριστικά γνωρίσματα, ὥστε
νά εἶναι μέ αὐτά εἰκών τοῦ Θεοῦ. Ἐδημιούργησεν ἀπ' αρχῆς ἄνδρα καί γυναῖκα.
|
καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς ὁ Θεός, λέγων· αὐξάνεσθε καὶ
πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆν καὶ κατακυριεύσατε αὐτῆς καὶ ἄρχετε τῶν
ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ πάντων τῶν κτηνῶν καὶ
πάσης τῆς γῆς καὶ πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπὶ τῆς γῆς.
|
|
Γεν. 1,28
|
Καί εὐλόγησεν αὐτούς ὁ Θεός λέγων· “αὐξάνεσθε καί
πληθύνεσθε, γεμίσατε ὅλην τήν γῆν καί γενῆτε κύριοι αὐτῆς· σᾶς δίδω τήν
δύναμιν νά εἶσθε κύριοι καί ἐξουσιασταί τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καί τῶν
πτηνῶν τοῦ οὐρανοῦ, ὅλων τῶν κτηνῶν καί ὅλης τῆς γῆς καί ὅλων ὅσα, ὡς ἑρπετά,
σύρονται ἐπάνω εἰς τήν ἐπιφάνειαν τῆς γῆς”.
|
καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ἰδοὺ δέδωκα ὑμῖν πάντα χόρτον
σπόριμον σπεῖρον σπέρμα, ὅ ἐστιν ἐπάνω πάσης τῆς γῆς, καὶ πᾶν ξύλον, ὃ ἔχει
ἐν ἑαυτῷ καρπὸν σπέρματος σπορίμου, ὑμῖν ἔσται εἰς βρῶσιν·
|
|
Γεν. 1,29
|
Καί ἐν συνεχείᾳ εἶπεν ὁ Θεός· “ἰδοὺ ἔχω δώσει ὑπό
τὴν κυριότητά σας καὶ εἰς ἐξυπηρέτησίν σας ὅλα τὰ εἴδη τοῦ χόρτου, τὰ ὁποῖα
ἔχουν ἐν ἑαυτοῖς σπέρματα καί εἶναι ἁπλωμένα εἰς ὁλόκληρον τὴν γῆν, καὶ κάθε
δένδρον, τὸ ὁποῖον φέρει καρπόν πρὸς τροφήν σας καὶ σπέρμα πρὸς
πολλαπλασιασμόν καὶ διαιώνισίν του. Ὅλα αὐτά, χόρτα τῆς γῆς καὶ καρποί τῶν
δένδρων, θὰ εἶναι εἰς διατροφήν σας.
|
καὶ πᾶσι τοῖς θηρίοις τῆς γῆς καὶ πᾶσι τοῖς
πετεινοῖς τοῦ οὐρανοῦ καὶ παντὶ ἑρπετῷ ἕρποντι ἐπὶ τῆς γῆς, ὃ ἔχει ἐν ἑαυτῷ
ψυχὴν ζωῆς, καὶ πάντα χόρτον χλωρὸν εἰς βρῶσιν. καὶ ἐγένετο οὕτως.
|
|
Γεν. 1,30
|
Σᾶς δίδω ἐπίσης κυριότητα ἐπί ὅλων τῶν θηρίων τῆς
γῆς, ἐπί ὅλων τῶν πτηνῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἐπί ὅλων τῶν ἑρπετῶν, ποὺ σύρονται
εἰς τὴν γῆν· εἰς ὅλας αὐτὰς τὰς ζώσας ὑπάρξεις δίδω ἐπίσης ὡς τροφήν τὸ
χλωρόν χόρτον τῆς γῆς”. Καὶ ἔγινεν ὅπως ὁ Θεός διέταξε.
|
καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὰ πάντα, ὅσα ἐποίησε, καὶ ἰδοὺ
καλὰ λίαν. καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα ἕκτη.
|
|
Γεν. 1,31
|
Καί ἐπεθεώρησεν ὁ παντογνώστης Θεός ὅλα ὅσα
ἐδημιούργησε, καί εἶδεν ὅτι τά πάντα ἦσαν ἐξαιρετικῶς καλά, τό καθένα μέ τόν
σκοπόν καί τήν χρησιμότητά του. Καὶ ἔγινεν ἑσπέρα, ἔγινε πρωί καί συνεπληρώθη
ἡ ἕκτη ἡμέρα τῆς δημιουργίας.
|
Πηγή : agiazoni.gr
0 comments:
Speak up your mind
Tell us what you're thinking... !